Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ριγκ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ριγκ το [ríŋg] Ο (άκλ.) : εξέδρα πάνω στην οποία διεξάγεται αγώνας πυγμαχίας ή πάλης· (πρβ. παλαίστρα).

[αγγλ. ring]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες