Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ραδιαισθησία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ραδιαισθησία η [raδiesθisía] Ο25 : η (υποτιθέμενη) ιδιαίτερη ικανότητα ορισμένων ατόμων να αντιλαμβάνονται την ακτινοβολία άλλων υλικών ή άυλων σωμάτων, συχνά για τον εντοπισμό κοιτασμάτων νερού ή πολύτιμων μετάλλων.

[λόγ. < γαλλ. radiésthésie ή αγγλ. radiesthesia < radi(o)- = ραδι(ο)- 1 + νλατ. esthesia < αρχ. αἴσθησ(ις) -ία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go