Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ραγάνι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ραγάνι το [raγáni] Ο44 : (λαϊκότρ.) καταιγίδα με ανεμοστρόβιλο· (πρβ. τυφώνας).

[τουρκ. urağan (< γαλλ. ouragan) με αποβ. του αρχικού άτ. φων.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go