Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πρωτοψάλτης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πρωτοψάλτης ο [protopsáltis] Ο10 : ο επικεφαλής των ψαλτών μιας εκκλησίας.

[μσν. πρωτοψάλτης < πρωτο- + ψάλτης]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go