Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πρωτοβρόχι
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πρωτοβρόχι το [protovróxi] Ο44α (συνήθ. πληθ.) : οι πρώτες φθινοπωρινές βροχές: Άρχισαν τα πρωτοβρόχια.

[πρωτο- + βροχ(ή) -ι]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go