Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- προχρονολόγηση η [proxronolójisi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προχρονολογώ. ANT μεταχρονολόγηση.
[λόγ. προχρονολογη- (προχρονολογώ) -σις > -ση]



