Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- προδημοσίευση η [proδimosíefsi] Ο33 : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του προδημοσιεύω. || το προδημοσιευμένο τμήμα ενός γραπτού έργου.
[λόγ. προ- δημοσίευ(σις) -ση μτφρδ. αγγλ. prepublication]



