Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: προανάφλεξη
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
προανάφλεξη η [proanáfleksi] Ο33 : (τεχνολ.) η πρόωρη ανάφλεξη του καύσιμου μείγματος (μέσα στον κύλινδρο μηχανών εσωτερικής καύσεως).

[λόγ. προ- ανάφλεξις (-σις > -ση) μτφρδ. αγγλ. pre-ignition]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go