Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πουαντιλισμός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πουαντιλισμός ο [puantilizmós] Ο17 : τεχνική στη ζωγραφική, που χρησιμοποιεί χρωματικά στίγματα για να αποδώσει το φως και τα αντικείμε να.

[λόγ. < γαλλ. pointillisme (-isme = -ισμός)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go