Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ποσειδώνιο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ποσειδώνιο το [posiδónio] Ο40 (χωρίς πληθ.) : χημικό ραδιενεργό στοιχείο που παράγεται από το ουράνιο.

[λόγ. Ποσειδών (δες στο Ποσειδώνας) -ιον μτφρδ. νλατ. neptunium (η ονομασία αναλ. προς το ουράνιο) (διαφ. το αρχ. Ποσειδώνιον `ναός του θεού Ποσειδώνα΄)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go