Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: πολυδιάστατος -η -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πολυδιάστατος -η -ο [poliδiástatos] Ε5 : που έχει πολλές διαστάσεις, όψεις, που εκτείνεται σε πολλά επίπεδα και καλύπτει πολλές πλευρές· πολύπλευρος2, πολυεπίπεδος. ANT μονοδιάστατος, μονόπλευρος: Πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική. Πρόβλημα σύνθετο και πολυδιάστατο. πολυδιάστατα ΕΠIΡΡ.

[λόγ. πολυ- + διάστα(σις) -τος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go