Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- πιανόλα η [pxanóla] Ο25 : είδος μηχανικού πιάνου (που τα πλήκτρα του μπαίνουν σε κίνηση με αυτόματο μηχανισμό).
[αγγλ. Ρianola σήμα κατατ. < ιταλ. piano (δες πιάνο, το)]



