Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: πιάζ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
πιάζ [piáz] Ε (άκλ.) : Φασόλια ~, βραστά φασόλια για σαλάτα με λάδι, ξίδι ή λεμόνι, και κρεμμύδι.

[τουρκ. piyaz (από τα περσ.)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες