Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- περγαντί το [perγandí] & μπεργαντί το [berγandí] Ο43 : παλαιός τύπος μικρού δικάταρτου ιστιοφόρου.
[ισπαν. bergantin με αποβ. του τελικού [n] και αποηχηροπ. του αρχικού [b > p] αναλ. προς αρσ. και θηλ. με παρόμοια εναλλ.: μπιστόλα - πιστόλα]



