Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: παραφινόλουτρο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παραφινόλουτρο το [parafinólutro] Ο41 : επάλειψη και μασάζ με παραφινέλαιο ως μέσο θεραπείας για παθήσεις μελών ή μερών του σώματος: Φυσιοθεραπεία με ακτινοβολίες και παραφινόλουτρα.

[λόγ. παραφίν(η) -ο- + λουτρ(όν) -ον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go