Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: παραδοτέος -α -ο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παραδοτέος -α -ο [paraδotéos] Ε4 : (για εμπορεύματα, αγαθά) που πρέπει να παραδοθεί σε κπ. ή κάπου: Εμπορεύματα παραδοτέα αυθημερόν στον παραλήπτη.

[λόγ. < αρχ. παραδοτέος]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go