Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: παραδεκτός -ή -ό
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
παραδεκτός -ή -ό [paraδektós] Ε1 : που αναγνωρίζουν, που παραδέχονται την ορθότητα, το κύρος, την αξία του κτλ. ANT απαράδεκτος: H συμπεριφορά του κινείται σε παραδεκτά πλαίσια. Οι απόψεις / οι αντιλήψεις του δεν είναι παραδεκτές. Θέσεις καθολικά παραδεκτές.

[λόγ. < ελνστ. παραδεκτός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go