Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- παπατρέχας ο [papatréxas] Ο2 (χωρίς πληθ.) : (προφ.) αυτός που διαβάζει ή γενικότερα που ενεργεί με μεγάλη βιασύνη και χωρίς προσοχή.
[παπά(ς) + τρέχ(ω) -ας]



