Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: οπλοβομβίδα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οπλοβομβίδα η [oplovomvíδa] Ο26 : (στρατ.) μικρή οβίδα που ρίχνεται με τουφέκι.

[λόγ. οπλο- + βομβ(ίς) -ίδα υποκορ. της λ. βόμβα (σύγκρ. χειροβομβίδα)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go