Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- ολιγολογία η.
-
- Βραχυλογία, συντομία λόγου·
- έκφρ. εις ολιγολογίαν = με λίγα λόγια, με συντομία:
- του ρηγός εις ολιγολογίαν εσύντυχεν (ενν. ο σινιόρ Τζουάν Ιάκομος) … κι ουχί μ’ αργολογίαν (Κορων., Μπούας 30· Συναξ. γυν. 466).
- έκφρ. εις ολιγολογίαν = με λίγα λόγια, με συντομία:
[<επίθ. ολιγόλογος (TLG) + κατάλ. ‑ία. Τ. λιγολογία σήμ. λογοτ. (ΑΛΝΕ). Η λ. στο Βλάχ. και σήμ.]
- Βραχυλογία, συντομία λόγου·



