Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: οιονεί
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
οιονεί [ioní] επίρρ. : (λόγ.) σαν να επρόκειτο για: ~ προφήτης. || (νομ.) ~ νομή*.

[λόγ. < αρχ. οἰονεί]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go