Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ντουραλουμίνιο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ντουραλουμίνιο το [duralumínio] Ο41 : κράμα αλουμινίου με χαλκό και με διάφορα άλλα μέταλλα σε μικρές ποσότητες, που έχει πολύ μεγάλη αντοχή.

[λόγ. < γερμ. Duralumin σήμα κατατ. < λατ. dur(us) `σκληρός΄ + Aluminium = αλουμίνιον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go