Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: νομοκάνονας
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
νομοκάνονας ο [nomokánonas] Ο5 : συλλογή βυζαντινών εκκλησιαστικών νόμων που περιείχε εκκλησιαστικούς κανόνες και αυτοκρατορικά διατάγματα σχετικά με την εκκλησία.

[λόγ. < μσν. νομοκάνων, αιτ. -ονα < νομο- 1 + κανών (δες κανόνας 4)]

[Λεξικό Κριαρά]
νομοκάνονας ο.
  • (Εκκλ.) συλλογή νόμων και κανόνων·
    • (εδώ σκωπτ.):
      • εγώ (ενν. η αλουπού) … τον νομοκάνοναν ηξεύρω τον εχτήθου (Γαδ. διήγ. 106).

[<ουσ. νόμος + κανών ‑όνας. Τ. ‑κάνων το 12. αι. Η λ. στο Somav. (‑νω) και σήμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go