Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- νομισματοκοπία η [nomizmatokopía] Ο25 : κατασκευή μεταλλικών νομισμάτων ή χαρτονομισμάτων στο νομισματοκοπείο.
[λόγ. νομισματοκόπ(ος) -ία < νομισματο(κοπείον) -κόπος]



