Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ναυαγοσώστης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ναυαγοσώστης ο [navaγosóstis] Ο10 θηλ. ναυαγοσώστρια [navaγosó stria] Ο27 : αυτός που είναι ειδικευμένος στη διάσωση ναυαγών ή κολυμβητών που κινδυνεύουν να πνιγούν.

[λόγ. ναυαγοσωσ(τικός) -της (αναδρ. σχημ.)· λόγ. ναυαγοσώσ(της) -τρια]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go