Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μπλουμ [blúm] (άκλ.) : (οικ.) ηχομιμητική λέξη για το θόρυβο που προκαλεί ένα στερεό σώμα, όταν πέφτει μέσα σε υγρό: Kάνω ~, πέφτω μέσα σε υγρό, ιδίως νερό. || (ως επίθ., για φαγητό που έχει πολύ ζουμί): Πατάτες / μακαρόνια ~.
[ηχομιμ.]



