Παράλληλη αναζήτηση
| 2 εγγραφές [1 - 2] | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μουστερής ο [musterís] Ο8 : (λαϊκότρ.) αγοραστής ή πελάτης και με επέκταση αυτός που ενδιαφέρεται για κτ. με σκοπό να το αποκτήσει.
[τουρκ. müşteri -ς]
[Λεξικό Κριαρά]
- μουστερής ο.
-
- Πελάτης, αγοραστής:
- (Μετάφρ. «Χαρακτ.» Θεοφρ. 127).
[<τουρκ. müşteri. Η λ. και σήμ.]
- Πελάτης, αγοραστής:



