Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μονοσημία
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μονοσημία η [monosimía] Ο25 : (γλωσσ.) το φαινόμενο κατά το οποίο μία λέξη έχει μόνο μία σημασία. ANT πολυσημία.

[λόγ. μονόσημ(ος) -ία]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go