Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μισελληνισμός ο [miselinizmós] Ο17 : η εχθρότητα και το μίσος των ξένων υπηκόων προς την Ελλάδα και τους Έλληνες. ANT φιλελληνισμός.
[λόγ. μισελλην- (δες μισέλληνας) -ισμός]



