Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μικροφωνικός -ή -ό [mikrofonikós] Ε1 : που αναφέρεται στο μικρόφω νο: Mικροφωνικές εγκαταστάσεις.
[λόγ. < γαλλ. micro phonique < micro phon(e) = μικρόφων(ον) -ique = -ικός]



