Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μικροτραυματισμός
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μικροτραυματισμός ο [mikrotravmatizmós] Ο17 : τραυματισμός ελαφρός, χωρίς σοβαρές συνέπειες: Mικροτραυματισμοί και μώλωπες ήταν ο απολογισμός της συμπλοκής.

[λόγ. μικρο- 1 + τραυματισμός]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go