Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μικροσυμφέρον
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μικροσυμφέρον το [mikrosimféron] Ο53 (συνήθ. πληθ.) : περιορισμένο υλικό όφελος.

[λόγ. μικρο- 1 + συμφέρον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go