Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μεσόπορτα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μεσόπορτα η [mesóporta] Ο27α : εσωτερική πόρτα με την οποία επικοινωνούν δύο δωμάτια.

[μεσο- 1 + πόρτα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go