Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μεγαλοκτηματίας
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
μεγαλοκτηματίας ο [meγaloktimatías] Ο3 : ιδιοκτήτης πολύ μεγάλων εκτάσεων γης, ιδίως καλλιεργήσιμων.

[λόγ. μεγαλο- + κτηματίας μτφρδ. γαλλ. grand, gros propriétaire]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go