Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- μεγαλιθικός -ή -ό [meγaliθikós] Ε1 : (αρχαιολ.) που αποτελείται από έναν ή περισσότερους ογκόλιθους: Mεγαλιθικά προϊστορικά μνημεία. ~ πολιτισμός, που χαρακτηρίζεται από την ύπαρξη μεγαλιθικών μνημείων.
[λόγ. < γαλλ. mégalithique < méga- = μεγα- 1 + αρχ. λίθ(ος) -ique = -ικός]



