Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: μεγάρχης
1 εγγραφή
[Λεξικό Κριαρά]
μεγάρχης ο.
  • Μεγάλος άρχοντας:
    • αυθέντη μου, ευγενικέ μεγάρχα (Αχιλλ. (Smith) Ν 987).

[<επίθ. μέγας + ‑άρχης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες