Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: μακαρίτισσα
1 item total
[Λεξικό Κριαρά]
μακαρίτισσα η.
  • Μακαρίτισσα:
    • (Διαθ. 17. αι. 3192).

[<ουσ. μακαρίτης + κατάλ. ‑ισσα. Η λ. και σήμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go