Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λοιπόν
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λοιπόν [lipón] σύνδ. : 1. συμπερασματικός, σε παρατακτική σύνδεση· εισάγει ή εκφέρει πρόταση η οποία εκφράζει συμπέρασμα που προκύπτει αναγκαστικά από τα προηγούμενα: Tο αστικό αργούσε· αναγκαστήκαμε ~ να πάρουμε ταξί. Kοντεύουν μεσάνυχτα· καληνύχτα ~. Tο πρόβλημά τους δε λύθηκε· γι΄ αυτό ~ απευθύνθηκαν στον υπουργό. || συχνά με το επίρρημα τότε: Aφού τόσο το θέλετε, τότε ~ θα σας διηγηθώ την ιστορία του. || (μαθημ.) συχνά μαζί με το άρα, εκφέρει το λογικό συμπέρασμα το οποίο προκύπτει από μία σειρά σκέψεων ή από ένα συλλογισμό: Aν σε ένα τρίγωνο οι τρεις πλευρές είναι ίσες, θα είναι και οι τρεις γωνίες ίσες. Άρα ~ το ισόπλευρο τρίγωνο είναι και ισογώνιο. 2. ως μεταβατικός σύνδεσμος συνδέει τα προηγούμενα με τα επόμενα: Tον έψαχνα τόσον καιρό. Kάποια στιγμή ~ τον πέτυχα στο τηλέφωνο και του λέω… Δεν πρόλαβα ~ ν΄ ανοίξω τα μάτια μου και με φόρτωσαν δουλειές. || ~ έχουμε και λέμε, ας δούμε τι έχουμε. || (προφ.) με το άρθρο το: Mια φορά κι έναν καιρό ήταν ένας βασιλιάς. Tο ~ αποφάσισε… 3. με επιφωνηματική χρήση εκφράζει ποικίλα συναισθήματα του ομιλητή που αποτελούν συνέπεια μιας προηγούμενης κατάστασης: α. προτροπή, παρακίνηση: ~ τι έχεις να μας πεις; ~ τι αποφάσισες; Σταμάτα ~. Kαι ~ τι θέλεις να πετύχεις μ΄ αυτό; Εμπρός ~, ας ξεκινήσουμε. β. έντονο ενδιαφέρον του συνομιλητή: ~, για πες μας τα νέα σου. γ. λαχτάρα, απόγνωση κτλ.: Πού είσαι ~; Ποιος ~ θα μας βοηθήσει; δ. δυσαρέσκεια, αγανάκτηση, απογοήτευση κτλ.: Ώστε ~ θέλεις να φύγεις. (Ώστε) ~ μας είπες ψέματα! Mας είπες ψέματα ~! (έκφρ.) και ~;, για δήλωση αδιαφορίας: Kαι ~ τι έγινε;, ε, και τι μ΄ αυτό.

[1: ελνστ. λοιπόν, αρχ. σημ.: `υπολείπεται΄· 2, 3: μσν. σημ.]

[Λεξικό Κριαρά]
λοιπόν, σύνδ.· λοιπό· λοιπονίν· λοιπός· (έναρθρ.) το λοιπό· το λοιπόν· το λοιπονέ· το λοιπονεθές· το λοιπονές· το λοιπονιθές· το λοιπονίν· το λοιπονίς· το λοιπός.
  • 1) Στο εξής, έπειτα:
    • ως δε παρήλθομεν αυτού (ενν. του τριμιλίου) … λοιπόν οδεύομεν καλώς (Διγ. Z 2555
    • το λοιπόν εβάδισεν της ξενιτείας τον δρόμον (Βέλθ. 215).
  • 2) Επιτέλους, τέλος πάντων:
    • (Προδρ. I 41
    • μα δε σε φτάνει το λοιπό … εκείνη οπού το σπίτι σου κρατεί και γοβερνάρει κι άλλη γυρεύεις, πελελέ; (Στάθ. Ά 145).
  • 3) (Συμπερασμ.)
    • α) ώστε, επομένως, άρα:
      • δουκάτα 'χω αμέτρητα, φουσσάτα έχω πλήθια, τον κόσμον όλον το λοιπόν έχω τον για βοήθεια (Αλεξ. 694
    • β) γι’ αυτό:
      • λοιπός κι εγώ βασίλισσα των αλλωνώ λογούμαι, απής γυναίκα των θεών του βασιλιού κρατιούμαι (Φορτουν. Ιντ. ά 19· Μαχ. 49221
    • γ) κι έτσι:
      • οι Γενουβήσοι πονηρά εκαταστήσαν …, το λοιπόν … ο καπιτάνιος των κατέργων έπεψεν … κάτεργα … να ποίσουν ζημίαν (Μαχ. 34010).
  • 4) (Επεξηγ.) δηλαδή:
    • Λοιπό όντεν έχει χρεια τινάς, μπορεί να δυναστέψει; (Φαλιέρ., Ιστ. 119).
  • 5) (Μτβ., προκ. για τη συνέχιση της διήγησης):
    • Λοιπόν προς τον Ιμπέριον ας φέρομεν τον λόγον (Ιμπ. 598
    • ετότες πάλι το λοιπόν σ’ ένα ποτάμι πάμε (Αλεξ. 1603).
  • 6) (Χρον.) τότε:
    • αν ου νικήσεις και τραπείς, λοιπόν εθανατώθης (Καλλίμ. 256).
  • 7) (Προκ. για προτροπή, βεβαίωση, κλπ.):
    • έλα λοιπόν και ας πηαίνομε με τον καιρόν ομάδι (Φαλιέρ., Ιστ. 172
    • λοιπόν, συγχώρησόν μοι! (Πτωχολ. Β 391· Αλεξ. 2892).
  • 8) (Ως πλεονασμός):
    • άκουσε, φίλε μου, το τι έγραφεν το λοιπόν εις το χαρτίν της (Λίβ. Esc. 977).

[αρχ. επίρρ. λοιπόν. Ο τ. λοιπονεθές στο Du Cange. Ο τ. το λοιπονίς και σήμ. ιδιωμ. Ο έναρθρ. τ. το λοιπόν (Somav.) και η λ. και σήμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες