Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: λογοκριτής
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λογοκριτής ο [loγokritís] Ο7 : αυτός που ασκεί λογοκρισία: Tο βιβλίο βγή κε από τα χέρια των λογοκριτών κατακρεουργημένο.

[λόγ. λογο- + κριτής απόδ. γαλλ. censeur]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες