Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λημματοποίηση η [limatopíisi] Ο33 : η επιλογή καθώς και η ανάλυση ενός λήμματος σε ένα λεξικό ή σε μια εγκυκλοπαίδεια: ~ των γραμματικών λέξεων / των πρώτων και δεύτερων συνθετικών.
[λόγ. λημματοποιη- (λημματοποιώ) -σις > -ση]



