Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- λεγάτος ο· ληγάτος.
-
- Τοποτηρητής, αντιπρόσωπος της καθολικής εκκλησίας με διοικητικά καθήκοντα· καρδινάλιος απεσταλμένος του Πάπα με προσωρινή και καθορισμένη αποστολή:
- (Byz. Kleinchron. Ά 2024)·
- εστέφθην εις τον Άγιον Νικόλαον υπό χειρός του φρε Πιέρ Τουμάς, του λεγάτου του πάπα (Μαχ. 9232).
[<λατ. legatus. Ο τ. μτγν. με διαφορ. σημασ. (L‑S Suppl.· βλ. και Lampe). Η λ. το 12. αι. και στο Meursius (‑οι)]
- Τοποτηρητής, αντιπρόσωπος της καθολικής εκκλησίας με διοικητικά καθήκοντα· καρδινάλιος απεσταλμένος του Πάπα με προσωρινή και καθορισμένη αποστολή:



