Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: λατινιστί
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
λατινιστί [latinistí] επίρρ. : (λόγ.) στη λατινική γλώσσα: H επιγραφή είναι γραμμένη ~.

[λόγ. Λατίν(ος) -ιστί κατά το ελληνιστί]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go