Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Κριαρά]
- λέπτη η· λέφτη.
-
- Λεπτομέρεια:
- ας άφω τα παχύτερα και ας έλθω επί την λέφτην (Προδρ. II 49 χφ Η κριτ. υπ).
[<επίθ. λεπτός κατά το σχ. ζεστός - ζέστη]
- Λεπτομέρεια: