Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- λέξημα το [léksima] Ο49 : το σταθερό μέρος της λέξης που μένει μετά την αφαίρεση όλων των προσφυμάτων και είναι φορέας σημασίας· (πρβ. ρίζα): Στη λέξη “έπαιζα” το “παιζ-” είναι ~.
[λόγ. < αγγλ. lexeme < αρχ. λέξ(ις) -eme = -ημα]