Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κόπρανα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κόπρανα τα [kóprana] Ο40 : (λόγ.) τα στερεά υπολείμματα των τροφών που αποβάλλονται από τον πρωκτό· (πρβ. περιττώματα).

[λόγ. < αρχ. κόπρανα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go