Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κυστεκτομή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κυστεκτομή η [kistektomí] Ο29 : (ιατρ.) χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση κύστης: Ο ασθενής υποβλήθηκε σε ~.

[λόγ. < γαλλ. cystectomie < cyst(o)- = κυστ(ο)- + -ectomie = -εκτομή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go