Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κουζουλάδα
2 εγγραφές [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κουζουλάδα η [kuzuláδa] Ο25α : (λαϊκότρ.) η τρέλα.

[μσν. κουζουλάδα < κουζουλ(ός) -άδα]

[Λεξικό Κριαρά]
κουζουλάδα η.
  • Ανοησία, απερισκεψία, τρέλα:
    • τέτοιες πελελάδες, ανοστίες και κουζουλάδες (Συναξ. γυν. 1020).

[<επίθ. κουζουλός + κατάλ. άδα. Η λ. στο Βλάχ. και σήμ. ιδιωμ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες