Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κορυφογραμμή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κορυφογραμμή η [korifoγramí] Ο29 : η νοητή γραμμή που σχηματίζουν οι διαδοχικές κορυφές και οι αυχένες μιας οροσειράς, όπως αυτή προβάλλεται στον ορίζοντα: Οι κορυφογραμμές της Πίνδου.

[λόγ. κορυφ(ή) -ο- + γραμμή μτφρδ. γαλλ. ligne de crête]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go