Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κομπρέσα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κομπρέσα η [kombrésa & komprésa] Ο25 : λεπτό κομμάτι ύφασμα το οποίο, αφού εμποτιστεί με οινόπνευμα, νερό ή άλλο υγρό, τοποθετείται εξωτερικά, πάνω στο δέρμα για θεραπευτικούς σκοπούς: Zεστές / κρύες κομπρέσες.

[ιταλ. compressa]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go