Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: κολλυβογράμματα
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
κολλυβογράμματα τα [kolivoγrámata] Ο49 : (προφ.) πρώτες και υποτυπώδεις γνώσεις γραφής και ανάγνωσης: Mε τα λίγα ~ που ξέρει, πού να βρει δουλειά όπως τη θέλει;

[μσν. κολλυβογράμματα < κόλλυβ(α) -ο- + γράμματα (από την εντύπωση του “λίγου” που δίνουν τα κόλλυβα)]

[Λεξικό Κριαρά]
κολλυβογράμματα τα.
  • Στοιχειώδης γνώση γραφής και ανάγνωσης:
    • σώνει μου … να γράφω και να ’χω πράξιν εις τα κολλυβογράμματα (Σοφιαν., Γραμμ. 86).

[<ουσ. κόλλυβα + γράμματα. Η λ. στο Somav. και σήμ.]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go